Η Ποιμαντική Σκέψη της Εβδομάδος
Από το Δίκτυο του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την Ποιμαντική στον χώρο της Υγείας
Όταν κάποιος έχει καταβληθεί από τα πάθη του, από μια ασθένεια, δύσκολη περιπέτεια ή μια συμφορά, αρκετές φορές αισθάνεται ταπεινωμένος και πιστεύει ότι ο Θεός τον έχει εγκαταλείψει, κάτι που δεν αληθεύει. Ξεχνάει ότι στην Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου λέμε: «Ου γαρ απεστράφης το πλάσμα σου εις τέλος, ο εποίησας, αγαθέ, ουδέ επελάθου έργου χειρών σου, αλλ' επεσκέψω πολυτρόπως, δια σπλάγχνα ελέους σου.»
Έτσι, «ο γέρων Παΐσιος ο κελλιώτης έλεγε: ʺΌταν ο άνθρωπος ταπεινωθεί, έστω και ακούσια, η Χάρη του Θεού είναι υποχρεωμένη να έρθει επάνω τουʺ. Με μέτρο και κριτήριο αυτή τη φράση μπορούμε να καταλάβουμε «εκ μέρους» πως ο Θεός σώζει ανθρώπους που δεν υποψιάστηκαν ποτέ ότι είναι σεσωσμένοι − ανθρώπους βαφτισμένους στην Εκκλησία ή αλλογενείς και αλλόθρησκους.»
(Χρήστος Γιανναράς, Συζυγίας εγκώμιον–υπό ανωνύμου τινός εγγάμου, Περιοδικό Επίγνωση, τ. 109, σελ. 3.)
1 Σεπτεμβρίου 2013
Ημέρα Προσευχής διά το Περιβάλλον
Ο Άνθρωπος και η Φύση
Η Ορθόδοξη λειτουργική ζωή, επιδεικνύει γνήσια μέριμνα για το σώμα και τις ανάγκες του, έχει την ύλη σε ημερήσια διάταξη σε τέτοιο βαθμό, ώστε όχι μόνο ο άρτος και ο οίνος να ταυτίζονται με τον Κύριο, αλλά και τα ξύλα και τα χρώματα να γίνονται τρόπο τινά ενσαρκώσεις των αγίων και τα λείψανα τους φορείς και εκφράσεις αγιαστικής προσωπικής παρουσίας. Σ’ αυτή την παράδοση οι άνθρωποι μετέχουν ως ολόκληροι άνθρωποι…(σ.27)
Ο σύγχρονος άνθρωπος ζει καθημερινά κάτω από το βάρος του αντιθετικού σχήματος ανάμεσα στο άτομο και το σύνολο…(σ.29)
Δυσκολεύεται, αν όχι αδυνατεί, να διαχωρίσει ανάμεσα στο φυσικό και το υπερφυσικό. Το υπερφυσικό, ως κάτι το «επέκεινα» της φύσεως, λόγω των νεοτέρων επιστημονικών και φιλοσοφικών εξελίξεων, δεν το συλλαμβάνει πλέον. Και η χριστιανική συνείδησή του, κάτω από το βάρος της διχοτομήσεως αυτής, που του εκληροδότησεν η δυτική θεολογία, δεν έχει παρά να τον οδηγήσει ή στην καθολική απόρριψη του υπερφυσικού ή σε μια διχοτόμηση μέσα στην ίδια τη συνείδηση. Αλλά, για μια λειτουργική θεώρηση του κόσμου δεν υπάρχει φυσικό και υπερφυσικό. Υπάρχει φύση και δημιουργία ως ενιαία πραγματικότητα, που προέρχεται από το Θεό και «αναφέρεται» στο Θεό. Υπάρχει συνάντηση πλήρης, μέχρι ταυτισμού, της ουράνιας με την επίγεια πραγματικότητα, μια συνάντηση στην οποία και αυτός ο Θεός παύει να νοείται ως «επέκεινα» της φύσεως και γίνεται στο πρόσωπο του Γιού Του «ο άνω τω Πατρί συγκαθήμενος και ώδε ημίν αοράτος συνών. (25-26)
Η ιεροσύνη του ανθρώπου απαιτεί να μεταχειρίζεται κανείς συνεχώς την κτίση ως κάτι που προορίστηκε από το Θεό, όχι μόνο να επιζήσει, αλλά επίσης να «ολοκληρωθεί» ….. (σ.119)
[Εδώ πρέπει να πούμε ότι] η έννοια της «ιεροσύνης»… πρέπει να ελευθερωθεί από το αρνητικό περιεχόμενό της, και να ταυτισθεί κυρίως με την έννοια της «προσφοράς», του ανοίγματος, δηλαδή, των ανθρώπων σε μια υπερβατική σχέση με τον «άλλον» - μια έννοια που συνδέεται μάλλον με εκείνην της αγάπης στο βαθύτερο της νόημα. Όλα αυτά προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας αλληλεξάρτησης ανάμεσα στον Άνθρωπο και τη Φύση, καθώς και το ότι ο άνθρωπος δεν ολοκληρώνεται παρά μόνο όταν γίνει η ανακεφαλαίωση της φύσεως. Έτσι Άνθρωπος και Φύση δεν είναι σε αντίθεση, σε ανταγωνισμό, αλλά σε θετική σχέση. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με κανέναν άλλο τρόπο παρά μόνο μέσα από τη λειτουργική πράξη, γιατί μόνο μέσα σε μια τέτοια πράξη η Φύση η ίδια παίρνει μέρος σ’ αυτό το γεγονός της θετικής σχέσεως. Ο Άνθρωπος πρέπει να γίνει ένα λειτουργικό όν μέσα σ’ αυτή την θετική σχέση, αν θέλει να ξεπεράσει την οικολογική κρίση. (σ.45-46)
Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ιωάννου (Ζηζιούλα),από το βιβλίο του “Η κτίση ως ευχαριστία Μια θεολογική ορθόδοξη προσέγγιση στο πρόβλημα της οικολογίας”
1 Σεπτεμβρίου 2013
Ημέρα Προσευχής διά το Περιβάλλον
Ο Άνθρωπος και η Φύση
Η Ορθόδοξη λειτουργική ζωή, επιδεικνύει γνήσια μέριμνα για το σώμα και τις ανάγκες του, έχει την ύλη σε ημερήσια διάταξη σε τέτοιο βαθμό, ώστε όχι μόνο ο άρτος και ο οίνος να ταυτίζονται με τον Κύριο, αλλά και τα ξύλα και τα χρώματα να γίνονται τρόπο τινά ενσαρκώσεις των αγίων και τα λείψανα τους φορείς και εκφράσεις αγιαστικής προσωπικής παρουσίας. Σ’ αυτή την παράδοση οι άνθρωποι μετέχουν ως ολόκληροι άνθρωποι…(σ.27)
Ο σύγχρονος άνθρωπος ζει καθημερινά κάτω από το βάρος του αντιθετικού σχήματος ανάμεσα στο άτομο και το σύνολο…(σ.29)
Δυσκολεύεται, αν όχι αδυνατεί, να διαχωρίσει ανάμεσα στο φυσικό και το υπερφυσικό. Το υπερφυσικό, ως κάτι το «επέκεινα» της φύσεως, λόγω των νεοτέρων επιστημονικών και φιλοσοφικών εξελίξεων, δεν το συλλαμβάνει πλέον. Και η χριστιανική συνείδησή του, κάτω από το βάρος της διχοτομήσεως αυτής, που του εκληροδότησεν η δυτική θεολογία, δεν έχει παρά να τον οδηγήσει ή στην καθολική απόρριψη του υπερφυσικού ή σε μια διχοτόμηση μέσα στην ίδια τη συνείδηση. Αλλά, για μια λειτουργική θεώρηση του κόσμου δεν υπάρχει φυσικό και υπερφυσικό. Υπάρχει φύση και δημιουργία ως ενιαία πραγματικότητα, που προέρχεται από το Θεό και «αναφέρεται» στο Θεό. Υπάρχει συνάντηση πλήρης, μέχρι ταυτισμού, της ουράνιας με την επίγεια πραγματικότητα, μια συνάντηση στην οποία και αυτός ο Θεός παύει να νοείται ως «επέκεινα» της φύσεως και γίνεται στο πρόσωπο του Γιού Του «ο άνω τω Πατρί συγκαθήμενος και ώδε ημίν αοράτος συνών. (25-26)
Η ιεροσύνη του ανθρώπου απαιτεί να μεταχειρίζεται κανείς συνεχώς την κτίση ως κάτι που προορίστηκε από το Θεό, όχι μόνο να επιζήσει, αλλά επίσης να «ολοκληρωθεί» ….. (σ.119)
[Εδώ πρέπει να πούμε ότι] η έννοια της «ιεροσύνης»… πρέπει να ελευθερωθεί από το αρνητικό περιεχόμενό της, και να ταυτισθεί κυρίως με την έννοια της «προσφοράς», του ανοίγματος, δηλαδή, των ανθρώπων σε μια υπερβατική σχέση με τον «άλλον» - μια έννοια που συνδέεται μάλλον με εκείνην της αγάπης στο βαθύτερο της νόημα. Όλα αυτά προϋποθέτουν την ύπαρξη μιας αλληλεξάρτησης ανάμεσα στον Άνθρωπο και τη Φύση, καθώς και το ότι ο άνθρωπος δεν ολοκληρώνεται παρά μόνο όταν γίνει η ανακεφαλαίωση της φύσεως. Έτσι Άνθρωπος και Φύση δεν είναι σε αντίθεση, σε ανταγωνισμό, αλλά σε θετική σχέση. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με κανέναν άλλο τρόπο παρά μόνο μέσα από τη λειτουργική πράξη, γιατί μόνο μέσα σε μια τέτοια πράξη η Φύση η ίδια παίρνει μέρος σ’ αυτό το γεγονός της θετικής σχέσεως. Ο Άνθρωπος πρέπει να γίνει ένα λειτουργικό όν μέσα σ’ αυτή την θετική σχέση, αν θέλει να ξεπεράσει την οικολογική κρίση. (σ.45-46)
Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ιωάννου (Ζηζιούλα),από το βιβλίο του “Η κτίση ως ευχαριστία Μια θεολογική ορθόδοξη προσέγγιση στο πρόβλημα της οικολογίας”