Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Χριστουπόλεως κ. Μακαρίου με τον τίτλο: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου…» από τις εκδόσεις «Εν Πλω».
Το βιβλίο αυτό είναι αρκετά επίκαιρο. Όχι μόνο διότι ταιριάζει απόλυτα με την εκκλησιαστική περίοδο που διανύομε αυτό τον καιρό αλλά, ακόμη, διότι αναδεικνύονται, μέσα από αυτό, τα βαθύτερα νοήματα της ευχής του Οσίου Εφραίμ του Σύρου, τα οποία, πραγματικά, ανακαινίζουν το σημερινό, ταλαιπωρημένο και κουρασμένο άνθρωπο και αγγίζουν την ψυχή του. Η προσευχή του Οσίου Εφραίμ συγκεφαλαιώνει, με ένα μοναδικά αξιοθαύμαστο τρόπο, ό,τι πνευματικό χρειάζεται για την εσωτερική τελείωση του ανθρώπου και έτσι συστήνει ένα κανόνα ελέγχου του αγώνα μας γι᾽ αυτήν την περίοδο αλλά και για όλο το χρόνο της επί γης παρουσίας μας.
Πρόκειται, επομένως, για κείμενα πνευματικής εγρήγορσης. Ο γνωστός συγγραφέας δεν προσπαθεί να πει πράγματα που θα εντυπωσιάσουν ή θα αφήσουν την αίσθηση της ικανοποίησης. Απλά καταθέτει τη σκέψη του με σκοπό να αναπαύσει τον άνθρωπο και να τον κάμει να αισθανθεί και να πιστέψει ότι τελικά υπάρχει φως, ελπίδα και χαρά.
Το βιβλίο προλογίζει ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Εσθονίας κ. Στέφανος, ενώ περιλαμβάνει και μία σύντομη βιογραφία του Οσίου Εφραίμ του Σύρου.
Ο Επίσκοπος Χριστουπόλεως Μακάριος κατά την Θ. Λειτουργία της Κυριακής της Ορθοδοξίας στην Εσθονία |
Ακολουθούν μερικά αποσπάσματα του βιβλίου:
«Μπορεῖ νά μή γίνω τίποτα, μπορεῖ στή ζωή μου νά ἀποτύχω παταγωδῶς, ἤδη ἔχω ἀποτύχει σέ ὅλα, ἀλλά μέσα ἀπό τήν ἀποτυχία μου θά γνωρίσω τό Θεό. Κι αὐτό θά εἶναι ἡ δόξα μου καί ἡ τιμή μου. Ἡ ἐπιτυχία τῆς ζωῆς μου εἶναι ὅτι τελικά γνώρισα τό Θεό μέσα ἀπό τή θλίψη. Μέσα στήν ἀποτυχία μου στράφηκα πρός Αὐτόν καί ἔνιωσα ὅτι Αὐτός ἔχει τήν ἀγάπη πού μοῦ λείπει».
«Πολλές φορές παρασυρόμαστε ἀπό ἕνα παραμύθι, παγιδευόμαστε σέ ἕνα ψεύτικο ὄνειρο, σπαταλοῦμε τή ζωή μας ψάχνοντας ποιά πόρτα θά ἀνοίξουμε, γιά νά γεμίσουν τά σωθικά μας γαλήνη. Καί μετά διαπιστώνουμε ὅτι ὁδηγήθηκε στή φθορά, διότι ἀκολουθούσαμε ἕνα φθαρτό ὄνειρο. Ὅλα αὐτά συμβαίνουν, διότι κάποιες φορές ὁ Θεός γιά μᾶς εἶναι ἕνας Θεός «ἀπ᾽ ἔξω», τοῦ ὁποῖου ὁ ἐρχομός εἶναι σκοτάδι καί φόβος, καί ἡ Κρίση δέν εἶναι ἡ λύτρωσή μας, ἀλλά ἡ καταδίκη μας».
«Νά προσέξουμε νά μή βρεθοῦμε ἀργοί, ἀδρανεῖς καί ἀνέραστοι, δίχως πάθος καί ὄρεξη γιά τή ζωή καί τή δημιουργία. Νά προσέξουμε, ὅμως, κι ἀπό τήν ἄλλη να μή βιαστοῦμε. Νά μήν κινηθούμε ἀτομικά, γιά νά κερδίσουμε καί νά ἐπιτύχουμε μόνο ἐμεῖς. Νά προσέξουμε νά μήν ξεκινήσουμε ἕναν ἀγῶνα ἐγωιστικά, ὁ ὁποῖος θά βασίζεται στίς δικές μας δυνάμεις καί στή δική μας ἐξυπνάδα. Νά προσέξουμε μήπως στόν ἀγῶνα μας ἰσοπεδώσουμε τίς ἄλλες ψυχές πού βαδίζουν συνετά δίπλα μας».
«Δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε ὅτι κανένας ἐγωισμός δέν εἶναι τόσο ἀνυπόφορος, ὅσο αὐτός τοῦ χριστιανοῦ σέ σχέση μέ τήν ψυχή του καί τό Θεό. Αὐτοί πού διψοῦν γιά ἀρχή καί ἐξουσία εἶναι ψυχικά ἀσθενεῖς. Πάσχουν ἀπό τό σύμπλεγμα τῆς κατωτερότητας. Ἔχουν μέσα τους μιά πληγή, πού δέν θέλουν νά τή δοῦν. Ἀπό τή μιά ἐπιδιώκουν τήν ἐξουσία, γιά νά πείσουν τούς ἑαυτούς τους ὅτι εἶναι κάτι καί ὅτι δέν ἀπέτυχαν στή ζωή, ἀπό τήν ἄλλη, ὅμως, κυνηγοῦν τήν ἀρχή, γιά νά πείσουν τούς ἄλλους γύρω τους ὅτι δέν πρέπει νά τούς βλέπουν σάν ἁπλούς ἀνθρώπους ἀλλά σάν ἀνθρώπους ἰδιαίτερους καί ἐξαιρετικούς».
«Ἡ σιωπή πού ἀπομονώνει τόν ἄνθρωπο, ψυχικά καί σωματικά, δέν εἶναι τό ζητούμενο γιά τήν Ἐκκλησία. Αὐτή εἶναι ἡ νοσηρή σιωπή πού ταλαιπωρεῖ τόν ἄνθρωπο καί τόν μπερδεύει. Γι᾽ αὐτό πολλοί ἄνθρωποι κάποιες φορές σιωποῦν, χωρίς, ὡστόσο, αὐτό νά εἶναι ἀποτέλεσμα πνευματικῆς ὠριμότητας, ἀλλά, ἀντιθέτως, σύγχυσης καί πνευματικῆς ἀδυναμίας. Κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι σ᾽ αὐτή τήν κατάσταση, δέν μπορεῖ νά εἶναι τίμιος. Δέν μπορεῖ νά πάρει θέση σέ κάποιο ζήτημα, κρατεῖ ἀνισόρροπες ἰσορροπίες. Δέν εἶναι ξεκάθαρος, ντόμπρος, εἰλικρινής. Ἄς μή διαφεύγει τῆς προσοχῆς μας ὅτι τό νά μή μιλάει κανείς γιά τόν ἑαυτό του, δείχνει μιά ἐκλεπτυσμένη μορφή ὑποκρισίας!».
«Ὑπάρχουν ἀναρίθμητα παραδείγματα ἀπό τή ζωή τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ἀποδεικνύουν τό πόσο σώφρονες φάνηκαν ἄνθρωποι ἐπιρρεπεῖς στήν ἁμαρτία καί πτωτικοί, ἀλλά ὑπάρχουν ἀκόμη περισσότερες περιπτώσεις πού ἀποδεικνύουν τό πόσο βρόμικοι καί ἀνήθικοι φάνηκαν αὐτοί πού εἶχαν τή «σωφροσύνη τῆς μέσης». Τό πνεῦμα σωφροσύνης, πού παρακαλοῦμε διά τῆς εὐχῆς τό Χριστό νά μᾶς δώσει, οὐσιαστικά εἶναι τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας καί τῆς ὁλότητας μέσα μας, τό ὁποῖο ἀποκαθιστᾶ τήν ἀληθινή κλίμακα τῶν ἀξιῶν καί μᾶς ὁδηγεῖ στό Θεό».