Ο Μητροπολίτης Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου Στέφανος, Πρωτοσυγκελλεύων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, προέστη του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον ομώνυμο ναό της Πριγκήπου.
Οι πιστοί είχαν την ευκαιρία να προσκυνήσουν τεμάχιο της Αγίας Ζώνης της Θεοτόκου. Ο ναός οικοδομήθηκε περί το 1735-1737 και ανακαινίστηκε το 1793 και το 1926. Η Παναγία, η οποία είναι απλή βασιλική, βρίσκεται στο κέντρο της Πριγκήπου, στην θέση παλαιού κοιμητηρίου.
Στις λατρευτικές εκδηλώσεις ήταν παρόντες ο οικείος ποιμενάρχης, Ιάκωβος, ο Μητροπολίτης Γέρων Νικαίας Κωνσταντίνος, ο Άρχων Διδάσκαλος του Γένους Δημητρός Φραγκόπουλος, γέννημα θρέμμα του νησιού και πολύς κόσμος από την Πρίγκηπο, την Χάλκη και την Αντιγόνη.
Την επόμενη, 15ην Αυγούστου, ο Μητροπολίτης Καλλιουπόλεως και Μαδύτου τέλεσε την Θεία Λειτουργία στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Δημητρίου Πριγκήπου.
Στην Παναγία Ελπίδα στο Κοντοσκάλι της Πόλης, προέστη του εορτασμού ο Μητροπολίτης Σηλυβρίας Μάξιμος, επόπτης της περιφέρειας Υψωμαθείων-Κοντοσκαλίου.
Η εκκλησία διασώζει τη μνήμη της ιστορικής Μονής της Βεβαίας Ελπίδος, την οποίαν ανήγειρε η κόρη Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου Θεοδώρα, που μόνασε και ετάφη σε αυτήν ως μοναχή Θεοδούλη. Την Παναγία Ελπίδα αναφέρει ο περιηγητής Gerlach στο ημερολόγιό του το 1576, ενώ την επισκέπτεται λίγα χρόνια αργότερα, το 1593, και ο Καραμπεϊνίκωφ για να μοιράσει ελέη στην εκκλησία. Κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 1660, αλλά με τη μεσολάβηση του τότε πρεσβευτή της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, Νικήτα Αλεξίεβιτς, δόθηκε ετήσια χρηματική χορηγία από τη ρωσική κυβέρνηση για την ανοικοδόμησή της. Η εκκλησία αυτή ήταν ξύλινη και ξανακάηκε το 1719, το 1762 και στη μεγάλη πυρκαγιά του 1865. Το 1895 με σουλτανικό φιρμάνι τέθηκε ο θεμέλιος λίθος της σημερινής εκκλησίας, που χτίστηκε στον τύπο της τρίκλιτης τρουλαίας βασιλικής.
Έργο του αρχιτέκτονα Βασιλείου Τσιλένη θεωρήθηκε και είναι μέχρι σήμερα ένας από τους μεγαλοπρεπέστερους ναούς της Πόλης. Ανακαινίστηκε επί Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου.Κάτω από το ναό υπάρχει αγίασμα του Αγίου Γεωργίου, το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί ως ενοριακή εκκλησία το διάστημα 1955-1961.