ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
(Λόγος λεχθεὶς κατὰ τὴν 2αν Φεβρουαρίου 2014 ἐπὶ τῇ εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίᾳ
τοῦ Ἀρχιμ. Νικηφόρου Ψυχλούδη, ἐν τῷ Πανσέπτῳ Πατριαρχικῷ Ναῷ)
ὑπὸ Γέροντος Χαλκηδόνος Ἀθανασίου
Ἐψηφισμένε καὶ ἀγαπητὲ ἅγιε Ἀμορίου κ. Νικηφόρε,
Εἰσηγήσει τῆς Α.Θ.Π. τοῦ προσκυνητοῦ ἡμῶν Πατρὸς καὶ Δεσπότου, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου καὶ ψήφῳ τῆς περὶ Αὐτὸν Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου, ἐξελέγης Ἐπίσκοπος τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Ἀμορίου.
Οὕτω ἔλαβες τὸ Μέγα τῆς Ἀρχιερωσύνης ἀξίωμα. Βαρὺ καὶ δυσβάστακτον μάλιστα δὲ κατὰ τὰς δυσχερεῖς ἡμέρας τῆς χαώδους ἐποχῆς μας. Ἀνῆλθες εἰς τὰ ὕψιστα τάγματα τοῦ στρατοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ὄχι ἀσφαλῶς τῆς ἀναδενδράδος τοῦ "Στρατοῦ τῆς Σωτηρίας" (Salvation Army).
Ὁ στρατὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀποτελοῦν δύο ἀρχαίους ἱεροὺς θεσμούς, πολλὰ κοινὰ μεταξύ τους ἔχοντας ἐκ λόγων δομικῆς φύσεως καὶ ἀναγκαιότητος στοιχεῖα καὶ δή: τὸν σεβασμὸν πρὸς τὰς παραδόσεις, τὴν ἱεραρχικὴν τάξιν καὶ ὀργάνωσιν, τὸν ἱερὸν ὅρκον, τὸν δογματισμόν, τὴν αὐστηρότητα εἰς τὴν διοίκησιν, τὴν ἐγρήγορσιν, τὴν προσήλωσιν εἰς τὰς ἀρχὰς καὶ τὰ ἰδεώδη, τὴν ἀγωνιστικότητα καὶ αὐτοθυσίαν, τὴν ὑπακοὴν εἰς τὰς ἐντολὰς καὶ τοὺς νόμους καὶ τὰς ἀναλόγους ποινάς, τὴν διακριτικὴν ἀμφίεσιν καὶ πρὸ παντὸς τὴν πιστότητα. Ἡ πιστότης δὲ αὕτη ἀπαιτεῖ ὑπακοὴν καὶ αὐτοθυσίαν ἄχρι θανάτου. "Πείθεσθε (γὰρ) τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε…" (Ἑβρ. 13, 17). Ὁ στρατιώτης ἐκτελεῖ ἁπλῶς τὰς διδομένας ἐντολάς. Δὲν τὰς κρίνει ἐὰν τυγχάνουν ὀρθαὶ ἢ ὄχι. Τοῦτο ἐναπόκειται εἰς τοὺς ἐντολοδότας διοικητάς.
Ἡμεῖς οἱ πάντες ὡς στρατιῶται Χριστοῦ, τὰ πάντα ὀφείλομεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὸν Θρόνον,ἄξιοι ὄντες πρὸς τοῦτο ἢ οὔ. Διὸ καὶ ὀφείλομεν εὐγνωμόνως ὑπακοὴν πολλῷ μᾶλλον μὴ ἀξίζοντες, καίτοι ἡ ἀξία δυστυχῶς πολλάκις δὲν ἀμείβεται, ἀλλὰ ἡ ἀπαξία.
Σύ διαθέτεις νοῦν ὑγιῆ, σύνεσιν καὶ ἐμπειρίαν. Ὑπηρέτησες τὴν Ἐκκλησίαν ἐπὶ ἔτη ἐκ διαφόρων θέσεων καὶ ἐπέδειξες εὐτυχῶς στοργὴν πρὸς τὸν Γέροντά σου. Προήχθης εἰς Ἀρχιερέα τοῦ μαρτυρικοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καὶ εἰς Ἡγούμενον τῆς Σταυροπηγιακῆς Ἱ. Μονῆς Βλατάδων. Συγχρόνως ὅμως τυγχάνεις καὶ Ἀντιπρόεδρος –τί περίεργον– τοῦ πολιοῦ, ταλαιπώρου καὶ πολυπλάγκτου Πατριαρχικοῦ Ἱδρύματος Πατερικῶν Μελετῶν, τὸ ὁποῖον ὀφείλεις νὰ ἀγαπᾶς καὶ πάντοτε νὰ στηρίζεις εἰς τὸ σημαντικόν του ἔργον.
Ἡμεῖς οἱ Ἀρχιερεῖς εἴμεθα ὑπηρέται καὶ διάκονοι τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Διὸ καὶ ὀφείλομεν νὰ ἔχωμεν φόβον Θεοῦ, ἐγρήγορσιν, τόλμην καὶ ἀποφασιστικότητα, νὰ εὑρισκόμεθα ἀγαπητικῶς πλησίον τοῦ λαοῦ, βοηθοῦντες αὐτὸν καὶ μὴ "ἑστῶτες καὶ θερμαινόμενοι" (Ἰω. 18, 18) ἐντὸς ὑαλίνων πλέον πύργων, ὡς ἄλλοτε οἱ φεουδάρχαι ἐπίσκοποι τοῦ Μεσαίωνος καὶ ὄχι μόνον, "φυλάσσοντες φυλακὰς τῆς νυκτός" (Λουκ. 2, 8), οἱ καιροὶ γὰρ οὐ μενετοὶ (Φιλαδελφείας). Παρῆλθε ἄλλωστε ἡ ἐποχὴ αὕτη, ὁδεύομεν δὲ ἄγνωστον ποῦ.
Ὀφείλομεν ὡς ἐκ τούτου νὰ μὴν ἐπιδεικνύομεν ἰσχὺν καὶ ναρκισσισμόν, καθότι ἡ ἰσχὺς συνδέεται μετὰ τοῦ ναρκισσισμοῦ. Διότι εἰς αὐτὸν τὰ προσωπικὰ τόσον ὑπεραξιοποιοῦνται καὶ παρερμηνεύονται ὡς ὑπηρετικὰ τοῦ καλοῦ τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε εἰς τὰ ὄμματα τοῦ ναρκισσευομένου νὰ δικαιολογοῦνται ἀκόμη καὶ τὰ ψεύδη (H.-J. Wirth)1. Αὐτοερώμενοι ὡς ὁ εὐειδὴς Νάρκισσος, πιστεύουν τόσον πολὺ ὅτι εἶναι μεγαλειώδεις καὶ ἀπόλυτοι, ὥστε δυσκολεύονται εἰς τὴν αὐτοκριτικήν, τοῦθ’ ὅπερ ὁδηγεῖ εἰς τὴν ἀπώλειαν τῆς πραγματικότητος. Ἡ ἰσχὺς προσφέρει εἰς τὸν ναρκισσευόμενον μίαν καλὴν εὐκαιρίαν διὰ νὰ εὑρίσκει τὰς ἀνάγκας τῆς μεγαλειότητός του (B. Tambour – H. Meesmann)2.
Ὀφείλομεν νὰ μὴν ἐμφανιζόμεθα ὡς παντογνῶσται ἀλλὰ νὰ εἴμεθα σεμνοὶ καὶ ταπεινοί, γνωρίζοντες τὰ ὅριά μας, καὶ σεβόμενοι τοὺς ἄλλους καὶ ἰδίως τοὺς εἰδικούς.
Ὀφείλομεν νὰ ἐργαζόμεθα σκληρά, μὴ ἐνωτιζόμενοι τὰ τοῦ ἄφρονος πλουσίου "ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθά……" (Λουκ. 12, 19). Ἂς ἴδωμεν τὸν Πατριάρχην μας. Τί νὰ πῶ διὰ τὸν ἄνθρωπον αὐτόν; Ἀπὸ ποῦ ν’ ἀρχίσω καὶ ποῦ νὰ τελειώσω; Ἀπὸ τὸ λυχνάρι ποὺ καίει ὡς ἀργὰ τὶς νύχτες στὸ κελλί του, τὶς ἄπειρες πολυποίκιλες καὶ πολυσκοπικὲς ἱερὲς ἀποδημίες του, τὶς ἀτελείωτες ἀκροάσεις καὶ συναντήσεις, τοὺς διαρκεῖς ἀγώνας του διὰ τὰ διορθόδοξα, διαχριστιανικά, διαθρησκειακά εἰρηνευτικά, οἰκολογικὰ καὶ ὁμογενειακὰ θέματα, τοὺς πολυπληθεῖς λόγους του, τὶς πολλὲς τιμητικὲς διακρίσεις καὶ διεθνεῖς ἀναγνωρίσεις του, καὶ ὅλα αὐτὰ μέσα στὸ βαρὺ φορτίον τῶν ποιμαντικῶν καθηκόντων του. Ἓν μόνον εὔχομαι εἰς Αὐτόν: Ὑγείαν καὶ μακροημέρευσιν, διότι "οὐ παντός πλεῖν εἰς Κόρινθον"3. Καὶ αὐτὰ δὲν εἶναι φιλοφρονήσεις ποὺ δὲν ἔχουν καμμία ἀξία, ἀλλὰ ἀπόψεις πλείστων ἀνθρώπων.
Ἂς μὴν λησμονῶμεν, ὅτι ἡ ἐργασία εἶναι προσευχή,ὅτι ἐξευγενίζει (E. Rowoht), ὅτι εἶναι ἡ μοναδικὴ δικαιολόγησις ἐκ τοῦ φόβου τῆς ἀνίας (J. Renard), ὅτι εἶναι μία διασκέδασις (Manilius), ὅτι τὰ πάντα νικᾶ (Βιργίλιος), ἐνῶ ἡ ραστώνη ἡ μήτηρ ἐστὶ πάσης κακίας.
Ἄξιος
____________________
1- H.-J. Wirth, Narzismus und Macht. Zur Psychoanalyse seelischer Strömungen in der Politik, Γκίσσεν 2002.
2- B. Tambour – H. Meesmann, Limburg ist überall, Publik-Forum ἀρ. 20 (2013) 18-21.
3- Στράβων, Γεωγραφικά, VIII, 378.