ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
«†ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΠΑΝΑΡΕΤΟΥ ΤΟΠΑΛΙΔΟΥ-Ο ΠΟΝΤΟΣ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ-ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΔΡΑΜΑΣ-ΔΡΑΜΑ 2016», σσ. 586.
Τοῦ Δημητρίου Ἰ. Τσιανικλίδη
Δρος Θ. – Νομικοῦ
Δρος Θ. – Νομικοῦ
Ἡ Ἱερά Μητρόπολη Δράμας ἔθεσε σέ κυκλοφορία τό βιβλίο τοῦ ἀείμνηστου ἀρχιμανδρίτη Πανάρετου Τοπαλίδη μέ τίτλο: «Ο ΠΟΝΤΟΣ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ». Πρόκειται γιά μιά περισπούδαστη ἱστορική πραγματεία, ἡ ὁποία ἐκδίδεται γιά δεύτερη φορά «προνοίᾳ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας κ. κ. Παύλου», ἐνῶ ἡ πρώτη ἐκδόθηκε στήν Δράμα τό 1929 μέ τόν κάτωθι πρωτότυπο τίτλο: «Ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου Τοπαλίδου, Ὁ Πόντος ἀνά τούς αἰῶνας». Οἱ διορθώσεις τῶν κειμένων ἔγιναν ἀπό τόν φιλόλογο-ἱστορικό κ. Χρῆστο Γ. Ἀνδρεάδη, ἐνῶ τήν ἐκδοτική παραγωγή εἶχαν οἱ «Γραφικές Τέχνες-Ἐκδόσεις Μυγδονία».
Ὁ παρών ὀγκώδης τόμος φέρει σχῆμα 18 Χ 25 cm καί ἀριθμεῖ 586 σελίδες. Τό ἐμπροσθόφθυλλο κοσμεῖται ἀπό τόν ἔγχρωμο χάρτη τοῦ Εὐξείνου Πόντου καί τό ὀπισθόφυλλο μέ τό λογότυπο τῆς σφραγίδας τοῦ μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου. Τοῦ βιβλίου προτάσσονται τά «Περιεχόμενα» (σσ.7-11) καί ἀκολουθοῦν ἡ φωτογραφία τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου (σ.12), καθώς καί τό συγχαρητήριο πατριαρχικό γράμμα «ἐξ ὀνόματος τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας»πρός τόν Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παῦλο γιά «τήν ἐπανέκδοσιν τοῦ μετά χεῖρας ἱστορικοῦ καί ἀξιολόγου πονήματος» μέ τήν εὐχή: «ὅπως ἡ παροῦσα ἔκδοσις συντελέσῃ εἰς μίαν πληρεστέραν μελέτην καί κατανόησιν τῆς ἱστορίας τῆς πονεμένης ταύτης Μικρασιατικῆς ἐπαρχίας, πρός χαράν καί ἱκανοποίησιν τῶν ἀνά τόν κόσμον τέκνων αὐτῆς, ἐγκαύχησιν δέ τῆς Μητρός Ἐκκλησίας» (σ.14).
Ἀκολούθως, ἕπονται ἡ φωτογραφία τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου μέ τά διάσημα τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, καθώς καί ὁ «Πρόλογος» τοῦ ὡς ἄνω μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι, ἀνέλαβε «τόν ἆθλον τῆς ἐπανεκδόσεως τοῦ πολυτίμου τούτου ἔργου», ἐκπληρώνοντας «χρέος ἱερόν πρός τόν ἄνδρα, ὅστις διετέλεσε πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας (1923-1933) καί τοποτηρητής αὐτῆς (1928-1931), ἀλλά καί πρός τάς ἐπερχομένας γενεάς» (σ.18). Ἀκολουθοῦν, στή συνέχεια τό σύντομο «Βιογραφικό σημείωμα τοῦ ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου Κ. Τοπαλίδου» (σσ. 21-32), ἡ «Ἀφιέρωση» (σσ.35-37) καί τό ἐμπεριστατωμένο σημείωμα μέ τόν ὑπότιτλο: « Ἀντί Προλόγου»(σσ.41-45).
Ὁ παρών ὀγκώδης τόμος φέρει σχῆμα 18 Χ 25 cm καί ἀριθμεῖ 586 σελίδες. Τό ἐμπροσθόφθυλλο κοσμεῖται ἀπό τόν ἔγχρωμο χάρτη τοῦ Εὐξείνου Πόντου καί τό ὀπισθόφυλλο μέ τό λογότυπο τῆς σφραγίδας τοῦ μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου. Τοῦ βιβλίου προτάσσονται τά «Περιεχόμενα» (σσ.7-11) καί ἀκολουθοῦν ἡ φωτογραφία τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου (σ.12), καθώς καί τό συγχαρητήριο πατριαρχικό γράμμα «ἐξ ὀνόματος τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας»πρός τόν Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παῦλο γιά «τήν ἐπανέκδοσιν τοῦ μετά χεῖρας ἱστορικοῦ καί ἀξιολόγου πονήματος» μέ τήν εὐχή: «ὅπως ἡ παροῦσα ἔκδοσις συντελέσῃ εἰς μίαν πληρεστέραν μελέτην καί κατανόησιν τῆς ἱστορίας τῆς πονεμένης ταύτης Μικρασιατικῆς ἐπαρχίας, πρός χαράν καί ἱκανοποίησιν τῶν ἀνά τόν κόσμον τέκνων αὐτῆς, ἐγκαύχησιν δέ τῆς Μητρός Ἐκκλησίας» (σ.14).
Ἀκολούθως, ἕπονται ἡ φωτογραφία τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου μέ τά διάσημα τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, καθώς καί ὁ «Πρόλογος» τοῦ ὡς ἄνω μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι, ἀνέλαβε «τόν ἆθλον τῆς ἐπανεκδόσεως τοῦ πολυτίμου τούτου ἔργου», ἐκπληρώνοντας «χρέος ἱερόν πρός τόν ἄνδρα, ὅστις διετέλεσε πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας (1923-1933) καί τοποτηρητής αὐτῆς (1928-1931), ἀλλά καί πρός τάς ἐπερχομένας γενεάς» (σ.18). Ἀκολουθοῦν, στή συνέχεια τό σύντομο «Βιογραφικό σημείωμα τοῦ ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου Κ. Τοπαλίδου» (σσ. 21-32), ἡ «Ἀφιέρωση» (σσ.35-37) καί τό ἐμπεριστατωμένο σημείωμα μέ τόν ὑπότιτλο: « Ἀντί Προλόγου»(σσ.41-45).
Ἡ ὕλη τοῦ παρόντος βιβλίου ταξινομεῖται σέ δώδεκα κεφάλαια.
Στό πρῶτο κεφάλαιο (σσ.47-61) γίνεται ἀναφορά στήν ὀνομασία τῆς λέξης «Πόντος», στά γεωμορφολογικά δεδομένα τῆς ποντιακῆς γῆς, στήν προμυθική ἐποχή, καθώς καί στήν περίοδο τοῦ χαλκοῦ καί ὀρειχάλκου. Στό δεύτερο κεφάλαιο (σσ.63-74) μνημονεύονται πρόσωπα τῆς ἑλληνικῆς μυθολογίας καί καταγράφεται ἡ ἐθνολογική σύνθεση, τόσο τοῦ ἑλλαδικοῦ χῶρου, ὅσο καί τῆς ποντιακῆς γῆς κατά τήν προχριστιανική περίοδο, ἐνῶ παράλληλα, περιγράφεται σύντομα ἡ διοικητική κατάσταση στόν Πόντο κατά τούς περσικούς, ρωμαϊκούς καί βυζαντινούς χρόνους. Στό τρίτο κεφάλαιο (σσ. 75-119) ὁ συγγραφέας (ἐφεξῆς, σ.) κάμει σύντομη ἀναφορά στόν αὐτοκρατορικό οἶκο τῶν Κομνηνῶν, στήν διαμάχη τῶν Κομνηνῶν μέ τόν σουλτᾶνο τοῦ Ἰκονίου καί στά γεγονότα πρίν τήν ἅλωση τῆς Τραπεζοῦντος. Στό τέταρτο κεφάλαιο (σσ.121-174) μνημονεύονται διάφορα γεγονότα καί θέματα σχετικά μέ τήν Τραπεζούντα (1461-1666) καί τήν εὐρύτερη περιοχή της, ὅπως, ἡ ἅλωσή της, οἱ ἐπιφανεῖς καί ἱστορικές οἰκογένειες, π.χ., Γαβράδων, Ὑψηλάντηδων, κ ἄ., ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, ἡ ἀποτυχημένη προσπάθεια τῶν Ἑλλήνων γιά τήν ἀνάκτηση της καί ἡ ἐπιστροφή τῶν Ἑλλήνων ἐργατῶν καί τεχνιτῶν «μεταλλουργῶν». Στό πέμπτο κεφάλαιο (σσ. 175-193) καταγράφονται συνοπτικά τά διάφορα πολιτικά, στρατιωτικά καί διπλωματικά γεγονότα ἀπό τό 1666 ἕως καί τό 1908 πού ἐπηρέασαν τήν πορεία τοῦ ἑλληνισμοῦ στόν Πόντο. Τό ἕκτο κεφάλαιο (σσ.195-229) ἀσχολεῖται μέ τόν ἐθνολογικό χαρακτῆρα τῆς ποντιακῆς γῆς καί γίνεται μιά σύντομη ἱστορική ἀναφορά στίς διάφορες φυλετικές ὁμάδες, π.χ., κρυπτοχριστιανῶν, κλωστῶν, σταυριωτῶν, λαζῶν, κ.ἄ. Στό ἕβδομο κεφάλαιο ( σσ. 231-249) γίνεται εἰδική μνεία γιά τήν πολιτική καί κοινωνική κατάσταση τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς περιόδου 1908-1914, γιά τήν στρατολογία τῶν Ἑλλήνων, γιά τή συμμετοχή τῆς Τουρκίας στόν Α΄παγκόσμιο πόλεμο, γιά τούς Νεότουρκους, καθώς καί γιά τή δημογραφική κατάσταση, τόν ἀριθμό τῶν ἐκκλησιῶν, μονῶν, ἱερέων, ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων, συλλόγων, διδασκάλων, μαθητῶν, εὐαγῶν ἱδρυμάτων, κ. ἄ. Στό ὄγδοο κεφάλαιο (σσ.251-267) ἐξιστορεῖται συνοπτικά ἡ μακραίωνη δουλεία τῶν τεσσάρων αἰώνων γιά τόν ἑλληνισμό καί τόν Χριστιανισμό τοῦ Πόντου, καθώς καί ἡ πνευματική κοινωνική καί οἰκονομική ἀνάπτυξη τῶν Ποντίων στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα. Ἐπίσης, στό οἰκεῖο κεφάλαιο παρέχονται χρήσιμες πληροφορίες γιά τή διοικητική ὀργάνωση, τίς ἁρμοδιότητες τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν (πνευματική, δικαστική, κ.ἄ.), τίς θρησκευτικές ἑορτές, τά ἤθη καί ἔθιμα, τίς σχέσεις τῶν δύο λαῶν Ἑλλάδος –Τουρκίας, κ.λπ. Τό ἔνατο κεφάλαιο (σσ.269-337) περιγράφει ἀναλυτικά τίς δοκιμασίες τῶν Ἀρμενίων καί τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου, τήν παρουσία του ρωσικοῦ στρατοῦ στήν Τραπεζοῦντα, τήν δράση τῶν ἑλληνικῶν ἀντάρτικων ποντιακῶν σωμάτων, τήν ἀνακωχή τοῦ Α΄ παγκοσμίου πολέμου, καθώς καί τά ἀποτελέσματα τῆς συνθήκης τῶν Σεβρῶν (1918). Τό δέκατο κεφάλαιο (σσ. 339-366) παρακολουθεῖ συνοπτικά τήν ἱστορική πορεία τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ στίς ρωσικές περιοχές τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἀπό τόν 7ο μέχρι καί ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα, καθώς καί τήν προσπάθεια τῆς διατήρησης τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητάς του συμβάλλοντας μέσα ἀπό τήν ἵδρυση τῶν ἀγαθοεργῶν ἀδελφοτήτων στήν πνευματική, κοινωνική καί οἰκονομική ζωή τῆς ρωσικῆς κοινωνίας, ἐνῶ παράλληλα περιγράφει τήν ἀλληλεγγύη καί τά φιλάδελφα αἰσθήματα τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων τῆς ρωσικῆς ἐπικράτειας πρός τούς Ἕλληνες πρόσφυγες τοῦ Πόντου κατά τή διάρκεια τοῦ Α΄παγκοσμίου πολέμου μέχρι τό 1918. Τό ἑνδέκατο κεφάλαιο (σσ. 367-390) μνημονεύει τίς προσπάθειες τῶν διαφόρων ποντιακῶν διεθνῶν ἑνώσεων (Ρωσίας, Ἀθηνῶν, Ν. Ὑόρκης, κ ἄ.) καί τά ἀποτελέσματα τῆς Συνδιάσκεψης Εἰρήνης στό Παρίσι (1919-1920), καθώς καί τή στάση τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης γιά τήν εἰρηνική διευθέτηση τοῦ ποντιακοῦ ζητήματος. Τό δωδέκατο κεφάλαιο (σσ. 391-467) περιλαμβάνει ὡς κατακλεῖδα διάφορα ὑποβληθέντα ὑπομνήματα τῶν διεθνῶν ποντιακῶν ἑνώσεων στό Συνέδριο τῆς ὡς ἄνω Συνδιάσκεψης, καθώς καί πίνακα μέ πληθυσμιακά καί στατιστικά στοιχεῖα (πόλεις, κωμοπόλεις, ναούς, σχολεῖα, συλλόγους, κ.ἄ.). Τέλος, μέ τό «Παράρτημα» (σσ. 469-555) τό ὁποῖο περιλαμβάνει: α) τήν ἔκθεση πρός τό Ὑπουργεῖο τῶν Ἑξωτερικῶν ( 1930) ὑπό τόν τίτλο: «Ὁ ἑλληνισμός τοῦ Πόντου», β) τήν ἱστορική μελέτη ὑπό τόν τίτλο: «Ὁ Θήχης», γ) τό φωτογραφικό ὑλικό (σσ. 558-559) καί δ) τό εὑρετήριο κυρίων ὀνομάτων (σσ. 563-586) ὁλοκληρώνεται ἡ παροῦσα ἐπανέκδοση.
Ὁ ἀείμνηστος σ. ἀρχιμανδρίτης Πανάρετος Τοπαλίδηςγεννήθηκε στό χωριό Φαργανάντων τῆς ἐπαρχίας Ροδοπόλεως τοῦ Πόντου. Ὑπῆρξε ἀριστοῦχος ἀπόφοιτος τοῦ περιωνύμου Γυμνασίου Τραπεζούντος, καί ἐπιδεικνύοντας ἰδιαίτερο ζῆλο γιά τά ἐκκλησιαστικά γράμματα καί τήν ἱστορία τῆς γενέτειράς του, ἐπιδόθηκε στή συγγραφή ἱστορικῶν θεμάτων. Ἀφοῦ ἐρεύνησε, μελέτησε καί ταξινόμησε τά ἱστορικά γεγονότα τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ σέ χρονικές περιόδους, συνέγραψε μέ πειστικότητα καί σαφήνεια, σέ γλῶσσα ἀρχαΐζουσα τήν ἱστορία τῆς ποντιακῆς γῆς, στό παρόν μνημειώδες ἔργο. Ὁ σ. ὡς ἐκπρόσωπος διαφόρων ἐκκλησιαστικῶν ἐπιτροπῶν καί ποντιακῶν ἑνώσεων ὑπῆρξε αὐτόπτης μάρτυς ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν, πολιτικῶν καί διπλωματικῶν ἐνεργειῶν πού σημάδεψαν τήν τύχη τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ, στά τέλη τοῦ 19ου καί ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα. Ὁ σ. μεθοδικός καί ἁπλός, μέ γλαφυρότητα καί ἐμβριθής γνώστης τῆς ἱστορίας τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἐφήρμοσε τούς κανόνες τῆς κριτικῆς ἔρευνας ὡς πρός τήν διαπραγμάτευση τῶν προσώπων καί τῶν γεγονότων. Ἡ ἔκδοση αὐτή, ἡ ὁποία ἐμπλουτίζεται ἀπό τό ἀνάλογο φωτογραφικό ὑλικό καί ἀπό τίς σχετικές παραπομπές καί ὑποσημειώσεις διαφωτίζει ἄγνωστες πτυχές τῆς ἱστορίας τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ καί κυρίως τῶν τελευταίων χρόνων καταγράφοντας βῆμα πρός βῆμα τήν ἐθνική τραγωδία. Ἡ προσφορά τοῦ σ. ὑπῆρξε πολύτιμη, γιατί χάριν στό ἐρευνητικό του ἐνδιαφέρον καί ἀξιοποιώντας μέ ἰδιαίτερη ἐπιτυχία τήν ἀνάλογη βιβλιογραφία προσέφερε πλοῦτο ἐθνικῶν, ἱστορικῶν καί κοινωνικῶν διδαγμάτων, τά ὁποῖα μορφώνουν πνευματικά τόν ἄνθρωπο καί συμβάλλουν ἀποφασιστικά στήν καλλιέργεια τῆς ἐθνικοθρησκευτικῆς προσωπικότητας τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανοῦ.
Γιά τήν σπουδαιότητα τοῦ παρόντος ἔργου ἀναφέρεται στό παραπάνω πατριαρχικό του γράμμα ἡ Α.Θ.Π., ὁ Οἰκουμενικός μας Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος μέ τά παρακάτω λόγια:«Διό καί τό παρόν πόνημα τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου καθίσταται πολύτιμον τεκμήριον διά τούς ἀσχολουμένους ἐπιστημονικῶς μέ τήν ἱστορίαν τῆς περιοχῆς, ἀλλά καί σημαντικόν μνημεῖον λόγου καί παιδείας τοῦ τε Ἡγουμένου τούτου καί τῆς ὑπ’ αὐτόν Ἱερᾶς τοῦ Βαζελῶνος Μονῆς καί ἀπόδειξις ἀσφαλής τῆς φιλοπατρίας τοῦ ποντιακῆς καταγωγῆς δοκίμου κληρικοῦ καί ἔπαινος διά τήν Ἐκκλησίαν τήν ἀναδείξασαν τοιαῦτα τέκνα.» (σσ. 13-14). Χαίρεται καί σεμνύνεται ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος, ὅταν ἄξιοι κληρικοί του «ἐν λόγοις καί ἔργοις» τιμοῦν καί διακονοῦν μέ αὐταπάρνηση τήν Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ὅπως ὁ ἀοίδιμος σ. ὁ ὁποῖος, ὡς χαρισματικός, δραστήριος καί ἀφοσιωμένος στά ἱεραποστολικά ἰδεώδη διακρίθηκε γιά τό ἀγωνιστικό του φρόνημα μέ σκοπό τήν ἐπιβίωση τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ ἑλληνισμοῦ στήν Ἀνατολή. Γύρω ἀπό τήν ἱστορική ἀξία καἰ τήν χρησιμότητα τοῦ παρόντος βιβλίου, ἀλλά καί γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποίον ἐργάστηκε ὁ σ., καθώς καί γιά τά αἴτια τῆς συγγραφῆς αὐτοῦ τοῦ πονήματος στρέφεται καί ὁ πρόλογος τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου, ὁ ὁποῖος γράφει χαρακτηριστικά: «Εἰς ἕν ἐκ τῶν προσφυγικῶν παραπηγμάτων τοῦ συνοικισμοῦ τῆς Νέας Κρώμνης ἐν Δράμᾳ, ἀναδιφᾶ εἰς τό ἀρχεῖον του καί ἀδολεσχῶν εἰς τάς γνώσεις, τάς ἀναμνήσεις, τάς ἐμπειρίας πολυετῶν ἀγώνων καί μελετῶν, μᾶς προσφέρει τόν Πόντο ἀπό τῶν ἀρχαίων χρόνων ἕως τῶν ἡμερῶν του. Μάλιστα δέ κατά τά τελευταία ἱστορούμενα ἔτη ὑπάρχει καί αὐτός θεατής καί ὑπηρέτης τῶν ἐκτυλισσόμενων γεγονότων. Ὡς ὁ ἴδιος εἰς τά προλεγόμενά του σημειοῖ, ἀπεφάσισε τήν συγγραφήν πεποιθώς ὅτι διά τοῦ ἔργου του θέλει ἐξυπηρετηθῆ ἡ ἱστορία, «ἵνα μή ἑτεροχρωματισμοί καί ἡ σκωρία τῆς λήθης» παραμορφώσουν καί ἀλλοιώσουν τά ἱστορικά γεγονότα, κυρίως αὐτά τῶν χρόνων του, τῶν ὁποίων μάρτυς ὑπάρχει» (σ. 17). Μέ τόν παραπάνω πρόλογο καταδεικνύεται, ὅτι πρωτεύουσα θέση ἀνάμεσα στά ζητήματα τῆς ποιμαντικῆς μέριμνας τοῦ Σεβασμιωτάτου μας κ. Παύλου κατέχει ἡ εὐαισθησία του γιά τά ἐθνικά ζητήματα, τήν ἑλληνική ἱστορία καί γλῶσσα. Στά πλαίσια τῆς εὐαισθησίας του αὐτῆς ἐντάσσεται καί ἡ πρωτοβουλία του γιά τήν κυκλοφορία τῆς ἀξιόλογης αὐτῆς ἔκδοσης.
Ἀξίζουν θερμά συγχαρητήρια στόν ποιμενάρχη μας κ. Παῦλο, γιά τήν ἀξιέπαινη προσπάθειά του νά σταθεῖ ἀρωγός καί συμπαραστάτης στήν διάδοση καί κυκλοφορία ἱστορικῶν βιβλίων, πού συμβάλλουν στήν καλλιέργεια τῆς ἱστορικῆς μνήμης καί τῆς ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας. Τέλος, ὁ χαλκέντερος σ. ἄφησε μιά πλούσια πνευματική παρακαταθήκη στίς ἐπερχόμενες γενεές τῶν Ἑλλήνων. Αὐτήν τήν πνευματική παρακαταθήκη ἀξιοποίησε ἐπιτυχῶς ἡ Ἱερά Μητρόπολη Δράμας μέ τήν ἐπανέκδοση τῶν δύο περισπούδαστων ἔργων του, πρῶτον τό παρόν πόνημα ὁ: «Ο ΠΟΝΤΟΣ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ» καί δεύτερον ἡ: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΖΑΒΟΥΛΩΝ ἤ ΒΑΖΕΛΩΝ – ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΔΡΑΜΑΣ –ΔΡΑΜΑ 2016 », σσ. 533». (Βλ. Βιβλιοκρισία, Ἐφημ. «Πρωϊνός Τύπος», Περίοδος Β΄-1974- Ἀριθμ. Φύλ.6880-11.445, 29-7-2017,σ.7 καί Ἐφημ. «ΕΡΓΑΣΙΑ», Ἔτος, 11ο , Ἀριθμ. Φύλ. 519, 3-8-2017, σ. 10).
Τά παραπάνω ἔργα κυκλοφοροῦν σέ μιά καλαίσθητη καί ἄριστη τυποτεχνική συσκευασία, τά ὁποῖα ἀξίζει νά προμηθευθεῖ κανείς, ἀφοῦ ἀποτελοῦν χρήσιμα βιβλία, ὄχι μόνο γιά τόν ἀναγνώστη τῆς θεολογικῆς καί ἱστορικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά καί γιά κάθε ὀρθόδοξο μελετητή.
Στό πρῶτο κεφάλαιο (σσ.47-61) γίνεται ἀναφορά στήν ὀνομασία τῆς λέξης «Πόντος», στά γεωμορφολογικά δεδομένα τῆς ποντιακῆς γῆς, στήν προμυθική ἐποχή, καθώς καί στήν περίοδο τοῦ χαλκοῦ καί ὀρειχάλκου. Στό δεύτερο κεφάλαιο (σσ.63-74) μνημονεύονται πρόσωπα τῆς ἑλληνικῆς μυθολογίας καί καταγράφεται ἡ ἐθνολογική σύνθεση, τόσο τοῦ ἑλλαδικοῦ χῶρου, ὅσο καί τῆς ποντιακῆς γῆς κατά τήν προχριστιανική περίοδο, ἐνῶ παράλληλα, περιγράφεται σύντομα ἡ διοικητική κατάσταση στόν Πόντο κατά τούς περσικούς, ρωμαϊκούς καί βυζαντινούς χρόνους. Στό τρίτο κεφάλαιο (σσ. 75-119) ὁ συγγραφέας (ἐφεξῆς, σ.) κάμει σύντομη ἀναφορά στόν αὐτοκρατορικό οἶκο τῶν Κομνηνῶν, στήν διαμάχη τῶν Κομνηνῶν μέ τόν σουλτᾶνο τοῦ Ἰκονίου καί στά γεγονότα πρίν τήν ἅλωση τῆς Τραπεζοῦντος. Στό τέταρτο κεφάλαιο (σσ.121-174) μνημονεύονται διάφορα γεγονότα καί θέματα σχετικά μέ τήν Τραπεζούντα (1461-1666) καί τήν εὐρύτερη περιοχή της, ὅπως, ἡ ἅλωσή της, οἱ ἐπιφανεῖς καί ἱστορικές οἰκογένειες, π.χ., Γαβράδων, Ὑψηλάντηδων, κ ἄ., ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, ἡ ἀποτυχημένη προσπάθεια τῶν Ἑλλήνων γιά τήν ἀνάκτηση της καί ἡ ἐπιστροφή τῶν Ἑλλήνων ἐργατῶν καί τεχνιτῶν «μεταλλουργῶν». Στό πέμπτο κεφάλαιο (σσ. 175-193) καταγράφονται συνοπτικά τά διάφορα πολιτικά, στρατιωτικά καί διπλωματικά γεγονότα ἀπό τό 1666 ἕως καί τό 1908 πού ἐπηρέασαν τήν πορεία τοῦ ἑλληνισμοῦ στόν Πόντο. Τό ἕκτο κεφάλαιο (σσ.195-229) ἀσχολεῖται μέ τόν ἐθνολογικό χαρακτῆρα τῆς ποντιακῆς γῆς καί γίνεται μιά σύντομη ἱστορική ἀναφορά στίς διάφορες φυλετικές ὁμάδες, π.χ., κρυπτοχριστιανῶν, κλωστῶν, σταυριωτῶν, λαζῶν, κ.ἄ. Στό ἕβδομο κεφάλαιο ( σσ. 231-249) γίνεται εἰδική μνεία γιά τήν πολιτική καί κοινωνική κατάσταση τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς περιόδου 1908-1914, γιά τήν στρατολογία τῶν Ἑλλήνων, γιά τή συμμετοχή τῆς Τουρκίας στόν Α΄παγκόσμιο πόλεμο, γιά τούς Νεότουρκους, καθώς καί γιά τή δημογραφική κατάσταση, τόν ἀριθμό τῶν ἐκκλησιῶν, μονῶν, ἱερέων, ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων, συλλόγων, διδασκάλων, μαθητῶν, εὐαγῶν ἱδρυμάτων, κ. ἄ. Στό ὄγδοο κεφάλαιο (σσ.251-267) ἐξιστορεῖται συνοπτικά ἡ μακραίωνη δουλεία τῶν τεσσάρων αἰώνων γιά τόν ἑλληνισμό καί τόν Χριστιανισμό τοῦ Πόντου, καθώς καί ἡ πνευματική κοινωνική καί οἰκονομική ἀνάπτυξη τῶν Ποντίων στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα. Ἐπίσης, στό οἰκεῖο κεφάλαιο παρέχονται χρήσιμες πληροφορίες γιά τή διοικητική ὀργάνωση, τίς ἁρμοδιότητες τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν (πνευματική, δικαστική, κ.ἄ.), τίς θρησκευτικές ἑορτές, τά ἤθη καί ἔθιμα, τίς σχέσεις τῶν δύο λαῶν Ἑλλάδος –Τουρκίας, κ.λπ. Τό ἔνατο κεφάλαιο (σσ.269-337) περιγράφει ἀναλυτικά τίς δοκιμασίες τῶν Ἀρμενίων καί τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου, τήν παρουσία του ρωσικοῦ στρατοῦ στήν Τραπεζοῦντα, τήν δράση τῶν ἑλληνικῶν ἀντάρτικων ποντιακῶν σωμάτων, τήν ἀνακωχή τοῦ Α΄ παγκοσμίου πολέμου, καθώς καί τά ἀποτελέσματα τῆς συνθήκης τῶν Σεβρῶν (1918). Τό δέκατο κεφάλαιο (σσ. 339-366) παρακολουθεῖ συνοπτικά τήν ἱστορική πορεία τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ στίς ρωσικές περιοχές τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἀπό τόν 7ο μέχρι καί ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα, καθώς καί τήν προσπάθεια τῆς διατήρησης τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητάς του συμβάλλοντας μέσα ἀπό τήν ἵδρυση τῶν ἀγαθοεργῶν ἀδελφοτήτων στήν πνευματική, κοινωνική καί οἰκονομική ζωή τῆς ρωσικῆς κοινωνίας, ἐνῶ παράλληλα περιγράφει τήν ἀλληλεγγύη καί τά φιλάδελφα αἰσθήματα τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων τῆς ρωσικῆς ἐπικράτειας πρός τούς Ἕλληνες πρόσφυγες τοῦ Πόντου κατά τή διάρκεια τοῦ Α΄παγκοσμίου πολέμου μέχρι τό 1918. Τό ἑνδέκατο κεφάλαιο (σσ. 367-390) μνημονεύει τίς προσπάθειες τῶν διαφόρων ποντιακῶν διεθνῶν ἑνώσεων (Ρωσίας, Ἀθηνῶν, Ν. Ὑόρκης, κ ἄ.) καί τά ἀποτελέσματα τῆς Συνδιάσκεψης Εἰρήνης στό Παρίσι (1919-1920), καθώς καί τή στάση τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης γιά τήν εἰρηνική διευθέτηση τοῦ ποντιακοῦ ζητήματος. Τό δωδέκατο κεφάλαιο (σσ. 391-467) περιλαμβάνει ὡς κατακλεῖδα διάφορα ὑποβληθέντα ὑπομνήματα τῶν διεθνῶν ποντιακῶν ἑνώσεων στό Συνέδριο τῆς ὡς ἄνω Συνδιάσκεψης, καθώς καί πίνακα μέ πληθυσμιακά καί στατιστικά στοιχεῖα (πόλεις, κωμοπόλεις, ναούς, σχολεῖα, συλλόγους, κ.ἄ.). Τέλος, μέ τό «Παράρτημα» (σσ. 469-555) τό ὁποῖο περιλαμβάνει: α) τήν ἔκθεση πρός τό Ὑπουργεῖο τῶν Ἑξωτερικῶν ( 1930) ὑπό τόν τίτλο: «Ὁ ἑλληνισμός τοῦ Πόντου», β) τήν ἱστορική μελέτη ὑπό τόν τίτλο: «Ὁ Θήχης», γ) τό φωτογραφικό ὑλικό (σσ. 558-559) καί δ) τό εὑρετήριο κυρίων ὀνομάτων (σσ. 563-586) ὁλοκληρώνεται ἡ παροῦσα ἐπανέκδοση.
Ὁ ἀείμνηστος σ. ἀρχιμανδρίτης Πανάρετος Τοπαλίδηςγεννήθηκε στό χωριό Φαργανάντων τῆς ἐπαρχίας Ροδοπόλεως τοῦ Πόντου. Ὑπῆρξε ἀριστοῦχος ἀπόφοιτος τοῦ περιωνύμου Γυμνασίου Τραπεζούντος, καί ἐπιδεικνύοντας ἰδιαίτερο ζῆλο γιά τά ἐκκλησιαστικά γράμματα καί τήν ἱστορία τῆς γενέτειράς του, ἐπιδόθηκε στή συγγραφή ἱστορικῶν θεμάτων. Ἀφοῦ ἐρεύνησε, μελέτησε καί ταξινόμησε τά ἱστορικά γεγονότα τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ σέ χρονικές περιόδους, συνέγραψε μέ πειστικότητα καί σαφήνεια, σέ γλῶσσα ἀρχαΐζουσα τήν ἱστορία τῆς ποντιακῆς γῆς, στό παρόν μνημειώδες ἔργο. Ὁ σ. ὡς ἐκπρόσωπος διαφόρων ἐκκλησιαστικῶν ἐπιτροπῶν καί ποντιακῶν ἑνώσεων ὑπῆρξε αὐτόπτης μάρτυς ὅλων τῶν ἐκκλησιαστικῶν, πολιτικῶν καί διπλωματικῶν ἐνεργειῶν πού σημάδεψαν τήν τύχη τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ, στά τέλη τοῦ 19ου καί ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα. Ὁ σ. μεθοδικός καί ἁπλός, μέ γλαφυρότητα καί ἐμβριθής γνώστης τῆς ἱστορίας τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἐφήρμοσε τούς κανόνες τῆς κριτικῆς ἔρευνας ὡς πρός τήν διαπραγμάτευση τῶν προσώπων καί τῶν γεγονότων. Ἡ ἔκδοση αὐτή, ἡ ὁποία ἐμπλουτίζεται ἀπό τό ἀνάλογο φωτογραφικό ὑλικό καί ἀπό τίς σχετικές παραπομπές καί ὑποσημειώσεις διαφωτίζει ἄγνωστες πτυχές τῆς ἱστορίας τοῦ ποντιακοῦ ἑλληνισμοῦ καί κυρίως τῶν τελευταίων χρόνων καταγράφοντας βῆμα πρός βῆμα τήν ἐθνική τραγωδία. Ἡ προσφορά τοῦ σ. ὑπῆρξε πολύτιμη, γιατί χάριν στό ἐρευνητικό του ἐνδιαφέρον καί ἀξιοποιώντας μέ ἰδιαίτερη ἐπιτυχία τήν ἀνάλογη βιβλιογραφία προσέφερε πλοῦτο ἐθνικῶν, ἱστορικῶν καί κοινωνικῶν διδαγμάτων, τά ὁποῖα μορφώνουν πνευματικά τόν ἄνθρωπο καί συμβάλλουν ἀποφασιστικά στήν καλλιέργεια τῆς ἐθνικοθρησκευτικῆς προσωπικότητας τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανοῦ.
Γιά τήν σπουδαιότητα τοῦ παρόντος ἔργου ἀναφέρεται στό παραπάνω πατριαρχικό του γράμμα ἡ Α.Θ.Π., ὁ Οἰκουμενικός μας Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος μέ τά παρακάτω λόγια:«Διό καί τό παρόν πόνημα τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου καθίσταται πολύτιμον τεκμήριον διά τούς ἀσχολουμένους ἐπιστημονικῶς μέ τήν ἱστορίαν τῆς περιοχῆς, ἀλλά καί σημαντικόν μνημεῖον λόγου καί παιδείας τοῦ τε Ἡγουμένου τούτου καί τῆς ὑπ’ αὐτόν Ἱερᾶς τοῦ Βαζελῶνος Μονῆς καί ἀπόδειξις ἀσφαλής τῆς φιλοπατρίας τοῦ ποντιακῆς καταγωγῆς δοκίμου κληρικοῦ καί ἔπαινος διά τήν Ἐκκλησίαν τήν ἀναδείξασαν τοιαῦτα τέκνα.» (σσ. 13-14). Χαίρεται καί σεμνύνεται ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος, ὅταν ἄξιοι κληρικοί του «ἐν λόγοις καί ἔργοις» τιμοῦν καί διακονοῦν μέ αὐταπάρνηση τήν Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ὅπως ὁ ἀοίδιμος σ. ὁ ὁποῖος, ὡς χαρισματικός, δραστήριος καί ἀφοσιωμένος στά ἱεραποστολικά ἰδεώδη διακρίθηκε γιά τό ἀγωνιστικό του φρόνημα μέ σκοπό τήν ἐπιβίωση τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ ἑλληνισμοῦ στήν Ἀνατολή. Γύρω ἀπό τήν ἱστορική ἀξία καἰ τήν χρησιμότητα τοῦ παρόντος βιβλίου, ἀλλά καί γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποίον ἐργάστηκε ὁ σ., καθώς καί γιά τά αἴτια τῆς συγγραφῆς αὐτοῦ τοῦ πονήματος στρέφεται καί ὁ πρόλογος τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου, ὁ ὁποῖος γράφει χαρακτηριστικά: «Εἰς ἕν ἐκ τῶν προσφυγικῶν παραπηγμάτων τοῦ συνοικισμοῦ τῆς Νέας Κρώμνης ἐν Δράμᾳ, ἀναδιφᾶ εἰς τό ἀρχεῖον του καί ἀδολεσχῶν εἰς τάς γνώσεις, τάς ἀναμνήσεις, τάς ἐμπειρίας πολυετῶν ἀγώνων καί μελετῶν, μᾶς προσφέρει τόν Πόντο ἀπό τῶν ἀρχαίων χρόνων ἕως τῶν ἡμερῶν του. Μάλιστα δέ κατά τά τελευταία ἱστορούμενα ἔτη ὑπάρχει καί αὐτός θεατής καί ὑπηρέτης τῶν ἐκτυλισσόμενων γεγονότων. Ὡς ὁ ἴδιος εἰς τά προλεγόμενά του σημειοῖ, ἀπεφάσισε τήν συγγραφήν πεποιθώς ὅτι διά τοῦ ἔργου του θέλει ἐξυπηρετηθῆ ἡ ἱστορία, «ἵνα μή ἑτεροχρωματισμοί καί ἡ σκωρία τῆς λήθης» παραμορφώσουν καί ἀλλοιώσουν τά ἱστορικά γεγονότα, κυρίως αὐτά τῶν χρόνων του, τῶν ὁποίων μάρτυς ὑπάρχει» (σ. 17). Μέ τόν παραπάνω πρόλογο καταδεικνύεται, ὅτι πρωτεύουσα θέση ἀνάμεσα στά ζητήματα τῆς ποιμαντικῆς μέριμνας τοῦ Σεβασμιωτάτου μας κ. Παύλου κατέχει ἡ εὐαισθησία του γιά τά ἐθνικά ζητήματα, τήν ἑλληνική ἱστορία καί γλῶσσα. Στά πλαίσια τῆς εὐαισθησίας του αὐτῆς ἐντάσσεται καί ἡ πρωτοβουλία του γιά τήν κυκλοφορία τῆς ἀξιόλογης αὐτῆς ἔκδοσης.
Ἀξίζουν θερμά συγχαρητήρια στόν ποιμενάρχη μας κ. Παῦλο, γιά τήν ἀξιέπαινη προσπάθειά του νά σταθεῖ ἀρωγός καί συμπαραστάτης στήν διάδοση καί κυκλοφορία ἱστορικῶν βιβλίων, πού συμβάλλουν στήν καλλιέργεια τῆς ἱστορικῆς μνήμης καί τῆς ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας. Τέλος, ὁ χαλκέντερος σ. ἄφησε μιά πλούσια πνευματική παρακαταθήκη στίς ἐπερχόμενες γενεές τῶν Ἑλλήνων. Αὐτήν τήν πνευματική παρακαταθήκη ἀξιοποίησε ἐπιτυχῶς ἡ Ἱερά Μητρόπολη Δράμας μέ τήν ἐπανέκδοση τῶν δύο περισπούδαστων ἔργων του, πρῶτον τό παρόν πόνημα ὁ: «Ο ΠΟΝΤΟΣ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ» καί δεύτερον ἡ: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΠΗΓΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΖΑΒΟΥΛΩΝ ἤ ΒΑΖΕΛΩΝ – ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΔΡΑΜΑΣ –ΔΡΑΜΑ 2016 », σσ. 533». (Βλ. Βιβλιοκρισία, Ἐφημ. «Πρωϊνός Τύπος», Περίοδος Β΄-1974- Ἀριθμ. Φύλ.6880-11.445, 29-7-2017,σ.7 καί Ἐφημ. «ΕΡΓΑΣΙΑ», Ἔτος, 11ο , Ἀριθμ. Φύλ. 519, 3-8-2017, σ. 10).
Τά παραπάνω ἔργα κυκλοφοροῦν σέ μιά καλαίσθητη καί ἄριστη τυποτεχνική συσκευασία, τά ὁποῖα ἀξίζει νά προμηθευθεῖ κανείς, ἀφοῦ ἀποτελοῦν χρήσιμα βιβλία, ὄχι μόνο γιά τόν ἀναγνώστη τῆς θεολογικῆς καί ἱστορικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά καί γιά κάθε ὀρθόδοξο μελετητή.