Του Σταύρου Σ. Φωτίου
Καθηγητή Πανεπιστημίου Κύπρου
Ιδρυτικού Μέλους της Κυπριακής Ακαδημίας
Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τα τραγούδια σε τρία επίπεδα. Στο πιο χαμηλό επίπεδο ανήκουν τα τραγούδια εκείνα που ωθούν τους ανθρώπους να καλύψουν: να αποκρύψουν δηλαδή τα τίμια και μέγιστα της ζωής, τις υπαρξιακές αναζητήσεις, τον επώδυνο προβληματισμό. Να αποσιωπήσουν κάθε απορία για τα αίτια της μοναξιάς και του χωρισμού, της ασθένειας και της δυστυχίας, του τραγικού της ζωής και της αγωνίας ενώπιον του θανάτου. Γι’ αυτό και τα τραγούδια αυτά είναι τραγούδια χθαμαλά, αναφέρονται σε πράγματα τετριμμένα και ασήμαντα, η μουσική τους είναι ατάλαντη και οι στίχοι τους πτωχοί. Kύριο, έτσι, χαρακτηριστικό των τραγουδιών αυτών είναι η ψευδεπίγραφη «χαρά». Πρόκειται για χαζοχαρούμενα τραγουδάκια που κρατούν τους ανθρώπους καθηλωμένους στα ουτιδανά και τα ευτελή.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανήκουν τα τραγούδια εκείνα που ωθούν τους ανθρώπους να ανα-καλύψουν: τουτέστιν να προβληματιστούν για την αποξένωση των ανθρώπων και την αλλοτρίωση της κοινωνίας, για τη βία και το κακό που μαστίζουν την ιστορία. Τα τραγούδια αυτά καλούν τους ανθρώπους να αντιληφθούν ότι ζούνε σε ένα κόσμο «τραγικά παράλογο και παράλογα τραγικό». Γι’ αυτό και τα τραγούδια αυτά είναι τραγούδια υψηλά, αναφέρονται σε καίρια υπαρξιακά ζητήματα, η μουσική τους είναι καινοφανής και οι στίχοι τους πληγωμένοι. Kύριο, έτσι, χαρακτηριστικό των τραγουδιών αυτών είναι η λύπη. Πρόκειται για τραγούδια που απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν αφυπνισθεί από κάθε πνευματικό λήθαργο.
Σ᾽ ένα τρίτο επίπεδο ανήκουν τα τραγούδια εκείνα που ωθούν τους ανθρώπους να απο-καλύψουν: ήγουν να πιστοποιήσουν ότι υπάρχει ελπίδα και λύτρωση, ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει και να μεταμορφωθεί. Τα τραγούδια αυτά καλούν τους ανθρώπους να βιώσουν την αγάπη του Θεού, την ομορφιά της δοτικότητας, την ωραιότητα της κτίσης, τη νίκη επί του θανάτου. Χωρίς να αποκρύβουν τις ανθρώπινες αστοχίες, τα τραγούδια αυτά αγγέλουν μήνυμα καθολικής ανακαίνισης. Kύριο, έτσι, χαρακτηριστικό των τραγουδιών αυτών είναι η χαρμολύπη. Λύπη, για τη διαμάχη και διαπάλη μεταξύ ανθρώπων και λαών· χάρμα, χαρά, γιατί ο έσχατος λόγος ανήκει στη συμφιλίωση και την καταλλαγή. Ως εκ τούτου πρόκειται για τραγούδια που άγουν στην υπαρξιακή πληρότητα και την καταξίωση της ζωής.
Τα τραγούδια του δεύτερου και του τρίτου επιπέδου αναδεικνύουν τα πρώτιστα της ύπαρξης: τον Θεό, τον άνθρωπο, τον κόσμο· την ελευθερία, την αγάπη, την αδελφοσύνη· τον έρωτα, τη φιλία, την τρυφερότητα. Θυμίζουν ότι ιδρυτική πράξη της ζωής είναι η συνύπαρξη, η συν-έργεια, η συν-αδέλφωση. Συντελούν στην ορθή ιεράρχηση αναγκών, στη διάκριση πρώτου και ύστερου, ουσιώδους και επουσιώδους. Δίνοντας νόημα στην ύπαρξη τα τραγούδια αυτά μαθαίνουν τους ανθρώπους να ζούν, τους εισάγουν στη ζωή του θαύματος, στο θαύμα της ζωής. Τους ικανώνουν να ευφραίνονται την παιδική αθωότητα, την ώριμη δημιουργικότητα, τη γεροντική σοφία.
Ανθυπομέτριοι τεχνοκράτες υποτιμούν το Μάθημα της Μουσικής και το παραγνωρίζουν. Η μουσική όμως, όπως και κάθε άλλο μάθημα, είναι διαφορετική όψη της αλήθειας, εκφράζει την όλη ζωή. Συνεπώς όλα τα μαθήματα είναι ισότιμα. Μέσω της μουσικής ο μαθητής διδάσκεται ήθος επικοινωνίας, δηλαδή γλώσσα· σχέση με τον Θεό, δηλαδή θρησκευτικά· σχέση με τον χρόνο, δηλαδή ιστορία· σχέση με τον χώρο, δηλαδή γεωγραφία· σχέση με τη λογικότητα του κόσμου, δηλαδή μαθηματικά· σχέση με το σώμα, δηλαδή φυσική αγωγή, κ.ο.κ. Όπως το λέει άλλωστε η λέξη, μουσική σημαίνει συνάντηση με τις μούσες, τις προστάτιδες των γραμμάτων και των τεχνών. Όχι τυχαία, μητέρα των μουσών είναι η μνημοσύνη. Συνεπώς η μουσική καλλιεργεί τη μνήμη: να μην λησμονεί ο άνθρωπος ποια είναι η υπαρξιακή του στοχοθεσία. Να θυμάται ότι πρώτιστή του μέριμνα πρέπει να είναι η θεογνωσία και η αυτογνωσία, η κοινωνικότητα και η οικολογική ευαισθησία. Αν θέλουμε να μετατρέψουμε τον Χρόνο (Κρόνο) σε Καιρό, ας συναντώμαστε με τραγούδια που κομίζουν πίστη και παραμυθία, ελπίδα και ανάταση· ας επιλέγουμε ψυχαγωγία ζωής.