Διαδικτυακό σεμινάριο πραγματοποιήθηκε, στις 7 Σεπτεμβρίου 2020, στο πλαίσιο του διαθρησκειακού διαλόγου ανάμεσα στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό και το Ισλάμ,με πρωτοβουλία του Μορφωτικού Τμήματος της Πρεσβείας της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, και την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου. Το σεμινάριο, που είχε τον χαρακτήρα προ-συνεδριακής συνάντησης ενός προγραμματισμένου διαθρησκειακού συνεδρίου στην Τεχεράνη, το οποίο και αδυνατεί να λάβει χώρα, λόγω της εξάπλωσης του κορωνοϊού, προλόγισε ο Μορφωτικός Σύμβουλος της Ιρανικής Πρεσβείας στην Αθήνα, Δρ. Μαχντί Κομί.
Στη συνέχεια, απηύθυνε χαιρετισμό ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος,τονίζοντας την ουσιαστική ανάγκη ενός βαθύτερου οικουμενικού διάλογου, μεταξύ των διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων για την υπέρβαση του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας, ιδιαίτερα στις δυσχερείς συνθήκες μιας πανδημίας.
Ο Πρόεδρος του Κέντρου Διαθρησκειακού Διαλόγου και Πολιτισμού τής Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, Αγιατολάχ Τασχιρί, έχοντας και τον ρόλο του συντονιστή της συζήτησης, παρουσίασε τις θέσεις του για τις οργανωμένες προσπάθειες της Ιρανικής Πολιτείας στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Ακολούθησε εισήγηση του Αναπληρωτή Διευθυντή της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου και Διδάσκοντα του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, κ. Νικολάου Ασπρούλη, με τίτλο, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η πρόκληση του νέου κορωνοϊού COVID-19», στην οποία τονίστηκε η ανάγκη της Ορθόδοξης Εκκλησίας και θεολογίας να αναζητήσουν τα αναγκαία κριτήρια ερμηνευτικής προσπέλασης της πλούσιας παράδοσης για την ανάδειξη συγκεκριμένων προτάσεων στην προσπάθεια αντιμετώπισης του COVID-19.
Ο Συντονιστής του Δικτύου του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την Ποιμαντική Διακονία στον Χώρο της Υγείας, π. Σταύρος Κοφινάς,στην εισήγησή του, που έφερε τίτλο «Συμπεριλαμβάνοντας μια "ξεχασμένη διάσταση"της Υγείας στην θεραπεία: η Ορθόδοξη αντίληψη περί πνευματικότητας που αναζωογονεί», υπογράμμισε τη διάσταση της πνευματικότητας στην ανθρώπινη θρησκευτική συνείδηση, στοιχείο που ολοκληρώνει τον άνθρωπο ως υπαρξιακή οντότητα, προπάντων σε καιρούς χαλεπούς. Η περίληψη της εισήγησης του π. Σταύρου Κοφινά έχει ως εξής:
Σε μια εποχή όπου η ελεύθερη έκφραση της πνευματικής και θρησκευτικής ζωής τίθεται σε δημόσιους περιορισμούς, όπου έθνη και λαοί βρίσκονται σε μια κρίση ταυτότητας και οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν διαταραχθεί, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι έχει αυξηθεί η έντονη επιθυμία και αναζήτηση για την εύρεση πνευματικής ζωής – την ανάγκη για πνευματικότητα.
Αλλά, τι εννοεί κανείς όταν μιλά για πνευματικότητα; Είναι προφανές ότι αυτό που πολλοί σήμερα ονομάζουν πνευματικότητα δεν ταυτίζεται με μια κλασική θρησκευτική ομολογία. Ένδειξη αυτού του φαινομένου είναι η παρακμή της «θρησκείας» σε πολλές χώρες του κόσμου και η έλλειψη επιρροής της θρησκείας σε πολλές δομές της κοινωνίας, όπως στα φιλανθρωπικά ιδρύματα και στα συστήματα Υγείας.
Η έννοια της πνευματικότητας σήμερα ταυτίζεται με έναν ανθρωποκεντρισμό. Αποτελεί το μέσο προκειμένου να πετύχει κάποιος μια αρμονική ζωή –ένα ευ ζην–, βασισμένη σε υλιστικές αξίες. Παράλληλα, συχνά στις μέρες μας, η πνευματικότητα αποκτά έναν επικίνδυνο φονταμενταλιστικό χαρακτήρα που εμποδίζει την ώριμη ψυχοσωματική ανάπτυξη του ανθρώπου.
Η Ορθοδοξία δεν μπορεί να ταυτισθεί ούτε με μια ανθρωποκεντρική πνευματικότητα ούτε με μια φονταμενταλιστική θεώρηση των πραγμάτων. Εστιάζεται σε μια πνευματική ζωή, όπου ο άνθρωπος γίνεται μέτοχος –κοινωνός– της αγάπης του Θεού.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πνευματική ζωή του χριστιανού συμβάλλει τόσο στην υγεία του ανθρώπου, όσο και στον τρόπο που αντιμετωπίζει τις δυσκολίες του. Το επίκεντρο της Ορθόδοξης πνευματικής ζωής βασίζεται στην θεώρηση του προσώπου – στην δυνατότητα του ανθρώπου να αγαπήσει τον Θεό και τον συνάνθρωπό του ελεύθερα. Αυτό απαιτεί ταπείνωση και συμπόνια. Όταν ο άνθρωπος χάνει αυτή την διάσταση του εαυτού του, χάνει και την υπαρξιακή του οντότητα. Αυτή η απώλεια καθιστά μια βασική αιτία της ασθένειας.
Η δε θεραπεία του ανθρώπου περιέχει την αποκατάσταση αυτής της υπαρξιακής οντότητας στην αρχική της υπόσταση ως πρόσωπο. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί κανείς να θεραπευτεί, εάν δεν γευθεί αγάπη, κυρίως την αγάπη του Θεού, και αυτή η θεραπεία δεν μπορεί να αποκοπεί από το γεγονός της Εκκλησιάς –δηλαδή, χωρίς την επανένταξη του ανθρώπου σε μια κοινωνία προσώπων.
Ο καθηγητής Φιλοσοφίας της Θρησκείας και Ηθικής του πανεπιστημίου του Κομ (Ιράν), Σεγιέντ Χασάν Εσλαμί Αρντακανί,με την εισήγησή του, «Υγεία και Ενσωμάτωση, μια ισλαμική προσέγγιση», παρουσίασε τις θεμελιώδεις αρχές του Ισλάμ, όσον αφορά τη διατροφή και έκανε λόγο για τη βαθιά σχέση θρησκείας και υγείας.
Τέλος, ο καθηγητής Ιατρικής του πανεπιστημίου της Τεχεράνης, Δρ. Νίκναμεξέθεσε αναλυτικά τις θέσεις του για την αμοιβαία σχέση θρησκείας και επιστήμης, στην εισήγησή του, «Θρησκεία και Επιστήμη συμπορεύονται χέρι με χέρι στην αντιμετώπιση του COVID-19».
Διαθρησκειακές συναντήσεις, όπως αυτή, προωθούν τη συνεργασία των θρησκευτικών κοινοτήτων, μέσα από ένα πνεύμα συνεργασίας, αμοιβαίου σεβασμού και κατανόησης, ενάντια σε κάθε λογής θρησκευτική μισαλλοδοξία. Η πανδημία του COVID-19, άλλωστε, ανέδειξε την παγκόσμια κλίμακα του φαινομένου και επέβαλε την ανάγκη μιας καθολικής αλληλεγγύης. Το σεμινάριο του διαθρησκειακού διαλόγου έθιξε θέματα επίκαιρα και έθεσε ερωτήματα και προβληματισμούς, αναδεικνύοντας την πνευματική διάσταση της θρησκευτικής συνείδησης του ανθρώπου.