Μητροπολίτης Ιταλίας και Μελίτης Γεννάδιος:Οι Θεολογικοί Διάλογοι προχωρούν όταν η αγάπη, η ταπείνωσις και ο σεβασμός κυριαρχούν εις την καρδίαν του λαού. Σήμερον, οι Διάλογοι δεν προχωρούν ως θα έπρεπε, διότι δεν γίνεται η κατάλληλη εργασία: Ο άνθρωπος είναι ακατήχητος και δεν ξεύρει να προσεύχεται. Η ευθύνη των υπευθύνων απέναντι του Θεού είναι μεγίστη. Η Εκκλησία δεν κρίνει, ούτε και καταδικάζει, αλλά αγαπά και σώζει.
Η Βενετία, η παγκόσμιος πόλις της ειρήνης, η πρωτεύουσα της cultura και της arte, πλουσιωτάτη εις Βιβλιοθήκας και Αρχεία, με την περίφημον Μαρκιανήν και τα ιστορικά κείμενα και χειρόγραφα και τους παλαιφάτους κώδικας, υπήρξε και χθες –σήμερον- αληθινή Οικουμενική Πόλις, η οποία δέχεται χιλιάδας κόσμου, απ’ όλας τας Ηπείρους, φιλοξενεί και κηρύττει εις όλους ότι εις την πόλιν αυτήν «χωρούν όλοι», και μάλιστα ότι είναι η μοναδική πόλις, η οποία ενθυμίζει Κωνσταντινούπολιν και Ανατολήν πολιτισμένην. Με την διακριτικήν εκκλησιαστικήν τιμήν του τίτλου του «Πατριάρχου», με την αρχοντικήν πορείαν των Δόγηδων, των θαλασσομάχων και των κατακτητών Βενετσιάνων, αποτελούν δι’ αυτήν ένδοξον ιστορίαν και καύχημα τιμής και δόξης, η οποία υμνείται, εγκωμιάζεται και υποστηρίζεται ως οικουμενική ανεπανάληπτη κληρονομία και θησαυρός ανεκτίμητος δια την ανθρωπότητα.
Μέσα εις τας υπερόχους περιόδους της ιστορίας της και της σημερινής αναγνωρίσεώς της με το κοινωνικόν κύρος της και την έξοχον παρρησίαν της εις τας διπλωματικάς συναντήσεις, επαφάς και επικοινωνίας της, η Βενετία είναι η πόλις η οποία προτιμάται και προσφέρεται ως ειρηνική, ελευθέρα, ελπίδα, και ειρηνική συμβίωσις λαών και πολιτισμών. Η Βενετία, λοιπόν, με τας χιλιάδας επισκέπτας της, πρώτη εις όλην την Ιταλίαν εις τον αριθμόν αυτών, ο Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων, με το «παράδοξον Καμπαναριόν», και την ωραιότητα των καναλιών, με την «Γέφυρα των Ελλήνων» και το άφθαστον εις τέχνην Εικονοστάσιον, αριστούργημα του διακεκριμένου καλλιτέχνη Μιχαήλ Δαμασκηνού, με τα δύο εις ύψος ουρανίου αίγλης και εξαιρετικής τεχνοτροπίας ψηφιδωτά της Αναστάσεως και της Μεταμορφώσεως, ετελέσθη, μετά την Θείαν Λειτουργίαν της Πρώτης του Νέου Έτους, η «Δοξολογία ευχαριστίας και ευγνωμοσύνης», αλλά και η «Προσευχή υπέρ της ειρήνης», ενώπιον του θεοτιμήτου και πιστοτάτου λαού του Θεού.
Προς την ευλαβεστάτην ομήγυριν των Ορθοδόξων απευθυνόμενος, και έχων προ οφθαλμών την ζωήν και το θεάρεστον έργον Βασιλείου Ουρανοφάντορος του Μεγάλου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ιταλίας και Μελίτης κ. Γεννάδιος είπε προς το πυκνότατον εκκλησίασμα, το οποίον κατέκλυσε την ιστορικήν «Αίθουσαν του Θρόνου» της Μητροπόλεως, με την ευκαιρίαν της κοπής της «Βασιλόπιτας», τα κατωτέρω: «Οι Θεολογικοί Διάλογοι προχωρούν όταν η αγάπη, η ταπείνωσις και ο σεβασμός κυριαρχούν εις την καρδίαν του λαού του Θεού. Σήμερον, οι Διάλογοι δεν προχωρούν ως θα έπρεπε, διότι δεν γίνεται η κατάλληλη εργασία: Ο άνθρωπος είναι ακατήχητος και δεν ξεύρει να προσεύχεται: Η ευθύνη των ηγετών απέναντι του Θεού είναι μεγίστη. Η Εκκλησία δεν κρίνει, ούτε και καταδικάζει, αλλά αγαπά και σώζει».Το αυτό έπραξεν ο Αρχηγός της Πίστεώς μας, ο οποίος έγινε άνθρωπος διά να ανέλθη εις τον ουρανόν ο άνθρωπος. Ήλθε διά τον αμαρτωλόν, αλλά θέλει «πάντας σωθήναι». Αυτή είναι η Ορθοδοξία μας, είναι η μοναδική εις σωτηρίαν, αλλά σώζει τους πάντας! Ας σταματήση ο πόλεμος και η καταδίκη, ας μην ομιλούμεν δια λάθη και τα παρόμοια. Ο Θεός είναι μεγάλος και Αυτός θα φωτίση, θα διδάξη και θα καθοδηγήση εις την θεϊκήν και ευπρόσδεκτον συμπόρευσιν: «ίνα πάντες έν ώσιν».
Τα παραδοσιακά «Κάλαντα», τα κεράσματα με τον καφέ και τα γλυκά, έκλεισαν την λαμπράν αυτήν εορτήν, επί τω Νέω Έτει, μέσα εις μίαν ατμόσφαιραν πανηγυρικήν, εορταστικήν και κεχαριτωμένην. Παρόντες ήσαν ο Διευθυντής του Ινστιτούτου καθηγητής κ. Γ. Πλουμίδης, η Πρόεδρος της ιστορικής Κοινότητος των Ορθοδόξων Ελλήνων Βενετίας κ. Κωνσταντίνα Μπαλαφούτη, Καθηγηταί, Διδάσκαλοι, προσκυνηταί και φίλοι της Μητροπόλεως.
Την Θείαν Λειτουργίαν ετέλεσαν ο Πρωτοσύγκελλος της Μητροπόλεως, Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου π. Ευάγγελος Υφαντίδης και ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Μαδάρος, ενώ το Αναλόγιον ελάμπρυνεν ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Ανατόλιος Μπίτκας, με την μελωδικωτάτην φωνήν του, και ο κάλλιστος κ. Γεώργιος Πηλίδης, διδάσκαλος της Κοινότητος και Ιεροψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού.